top of page

Λήθη

Χάιδω Γεωργούλη

 

Η Λήθη υπήρξε η προσωποποίηση της λησμονιάς στην αρχαία ελληνική μυθολογία και κόρη της Έριδας. Η λησμονιά αυτή ορίζεται κυρίως  με το σβήσιμο καταστάσεων και προσώπων από τη μνήμη κάποιου. Λήθη ονομαζόταν και εκείνος ο ποταμός στον  Άδη που όταν κάποιος νεκρός έπινε νερό απ΄ αυτόν δεν θυμόταν τις προηγούμενες ζωές του. Σ΄αυτή την ιδιότητα του ποταμού θεμελιώνεται το ποίημα «Λήθη» του Λορέντζου Μαβίλη, οποίος καλοτυχίζει τους νεκρούς που έχουν πιει αυτό το νερό και δε θυμούνται έτσι τα βάσανα της ζωής που άφησαν πίσω τους. Συγκεκριμένα αναφέρει: 

«Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι!

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης Λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι' αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδι' απ' ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν·
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.»

Μαρίνα Ποδηματά

 

λήθη < αρχαία ελληνική θηλυκό λήθη < λήθω < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *leh-(αποκρύπτω)

  1. η λησμονιά, το σβήσιμο από τη μνήμη, το να μη θυμάσαι πια

  2. η λησμονιά, η κατάσταση κατά την οποία δεν σε θυμάται κανείς

 

Αξίζει να αναφερθεί η σύνδεση που υπάρχει μεταξύ των λέξεων λήθη και αλήθεια, και πόσο εύκολα κάποια πράγματα περνούν από την αλήθεια στη λήθη.

αλήθεια < αρχαία ελληνική ἀλήθεια < ἀληθής < α στερητικό + λήθη

Ως παράγωγο του «ἀληθής» θα σήμαινε ακριβώς την κατάσταση που τα πράγματα δεν έχουν ξεχαστεί, είναι γνωστά ή φανερά, άρα είναι πραγματικά.

Στη φιλοσοφία η λέξη χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες θεωρίες εκφράζοντας την αληθή γνώση των πράξεων, των γεγονότων και του κόσμου.

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης περιγράφει περιεκτικά μέσα σε λίγες γραμμές την κατάσταση της λήθης.

Λήθη

Κλειστά εντός ανθοκομείου υπό τα υελώματα τ’ άνθη ξεχνούν πώς είν’ η λάμψις του ηλίου και πώς φυσούν αι αύρ’ αι δροσεραί όταν περνούν.

Κ. Καβάφης [1896]

Βαίτσα Μακρέσια

 

Λήθη> θέμα : λήθ- από το ρ. λανθάνω ή λήθω= διαφεύγω την προσοχή κάποιου, παραμένω άγνωστος, μένω απαρατήρητος, παθητικό: κρατώ κτ. κρυμμένο από τον εαυτό μου, λησμονώ,  λησμονώ από πρόθεση,  παραμελώ, παραλείπω, παρέρχομαι

Λήθη είναι η ανικανότητα ενθύμησης, ανακατασκευής μιας παράστασης ή αναγνώρισής της και, κατά συνέπεια, η περιορισμένη δυνατότητα επανενεργοποίησης της γνώσης η οποία έχει αποκτηθεί κατά το παρελθόν. Σε γενικές γραμμές αυτό εξαρτάται από το χρόνο που χωρίζει τη διαδικασία αυτή από την απόκτηση της παράστασης. Οι μηχανισμοί της μπορούν να αποδοθούν είτε σε μεταβολές του υποβάθρου της μνήμης (νοητικού ή βιολογικού είτε σε διάφορες διαταραχές (ψυχολογικές, νοητικές ή και οργανικές). Εντούτοις, τα όρια μεταξύ λήθης βιωμένων εντυπώσεων και αμνησίας είναι ρευστά. 

Η Λήθη στην αρχαιότητα, σύμφωνα με τον Ησίοδο, ήταν κόρη της Έριδας και προσωποποίηση της λήθης, δηλαδή της λησμονιάς και της αγνωμοσύνης. Από αυτήν πήραν το όνομά τους μια πηγή κι ένας ποταμός στον Άδη. Από αυτόν έπιναν οι κατερχόμενοι στον Άδη για να λησμονήσουν το παρελθόν της επίγειας ζωής τους.

Το θέμα της λήθης φυσικό ήταν να απασχολήσει και τη λαϊκή σκέψη. Στις παραδόσεις γίνεται λόγος για ένα είδος υπέρβασης του πόνου του θανάτου από τον νεκρό, οποίος συνεχίζει να ζει σωματικά και ψυχικά στον κάτω κόσμο και για να μπορέσει να ξεχάσει πόσο γλυκιά ήταν η επίγεια ζωή οδηγείται στην πηγή της λήθης, της λησμονιάς. Σε άλλες παραδόσεις ο Χάρος οδηγεί το νεκρό στην κρήνη της Αρνησιάς προκειμένου να ξεχάσει τους δικούς του αμέσως μόλις πεθάνει. Το πιο γνωστό ποίημα είναι αυτό που Λορέντζου Μαβίλη με τίτλο Λήθη.

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε

την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει

ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,

μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ‘ναι.

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε

στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·

μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,

α στάξει γι’ αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,

διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι·

πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δε μπορείς παρά να κλαις το δείλι,

τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:

θέλουν - μα δε βολεί να λησμονήσουν.


Η λήθη άλλες φορές είναι, κατά κάποιον τρόπο, παρηγορητική και άλλες φορές συνίσταται σε μια απλή χαλάρωση ή εξαφάνιση των σχέσεων μεταξύ ζωντανών και νεκρών. Αλλά το θέμα της λήθης περνάει και στον επάνω κόσμο διέποντας τις σχέσεις των ανθρώπων και ιδίως τις ερωτικές.

 Η λήθη σήμερα θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ενυπάρχει στην καθημερινότητά μας όχι μόνο σαν απώλεια της α-λήθειας αλλά και σαν αδυναμία ανάκτησης πληροφοριών. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος υποβάλλεται σε έναν καταιγισμό πληροφοριών καθημερινά λόγω της ύπαρξης πολλών και πολυποίκιλων πηγών πληροφόρησης. Ίσως βέβαια να οφείλεται και σε έναν βαθμό στον τρόπο που ο σύγχρονος άνθρωπος ως μαθητής ή ως φοιτητής έμαθε να προσεγγίζει τη γνώση μέσα από την αποστήθιση και την άκριτη αναπαραγωγή. Παρόλα αυτά, ένας άλλος παράγοντας που πιθανότατα συμβάλλει στη λήθη είναι και η ταχύτατη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ο άνθρωπος πλέον επικεντρώνεται στο να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να χρησιμοποιεί τα μέσα σαν εργαλείο εύκολης πρόσβασης στη γνώση με αποτέλεσμα να αποθηκεύει ένα πλήθος πληροφοριών εκεί και αν ησυχάζεται γνωρίζοντας ότι δεν είναι πλέον απαραίτητο να θυμάται τα πάντα. Τέτοιες σκέψεις προκαλούν έντονο προβληματισμό και ανησυχία για το μέλλον. Μήπως σιγά σιγά οδηγούμαστε σε έναν πολιτισμό της λήθης;

bottom of page