top of page

Σημαίνον - Σημαινόμενο

Σοφία Μπαρμπίση

 

Γλωσσικός δυϊσμός: σημαινόμενο – σημαίνον 


Η διάκριση «σημαινόμενο – σημαίνον» πηγαίνει πίσω στους Στωικούς, οι οποίοι με το ζωηρό ενδιαφέρον που είχαν για τη γλώσσα– μελέτησαν τη σχέση «γλώσσας-νου-κόσμου» και καθιέρωσαν τη διάκριση της λέξης ως σημείου σε σημαινόμενο και σημαίνον. Ωστόσο, ἡ διάκριση αυτή της λέξης σε σημασία (σημαινόμενο) και στον τρόπο δήλωσης της σημασίας (σημαίνον) αντιστοιχεί, στην πράξη, σε μια παλιά, ευρύτερη και γενικότερη διάκριση της γλώσσας σε περιεχόμενο και μορφή.


Ο άνθρωπος που ανέδειξε και καθιέρωσε τη διάκριση αυτή στη γλωσσολογία και δι’ αυτής σε πολλούς άλλους χώρους των κοινωνικών επιστημών είναι ὁ Ferdinand de Saussure. Δημιουργώντας μια θεωρία της λέξης και του σημείου (signe) γενικότερα –αυτός άλλωστε είναι ο εισηγητής της μελέτης του γλωσσικού σημείου και μαζί του όρου σημειολογία (semiologie)– ὁ Saussure εμβάθυνε στη δομή της λέξης ως μοναδικού συμβατικού συνδυασμού ενός ορισμένου σημαινομένου (σημασίας) με μια ορισμένη φθογγική δήλωση (σημαίνοντος). 


Επιμένει στο ότι ο συνδυασμός αυτός είναι συμβατικός –όχι αιτιώδης–, χρησιμοποιώντας μάλιστα τον σκληρό όρο «arbitraire» (αυθαίρετος), που δεν είναι σήμερα αποδεκτός, και σε σχέση με την ίδια την υπόσταση της λέξης δείχνει ότι και το σημαίνον (όπως ἡ σημασία) είναι νοητική οντότητα, είναι πληροφορία που υπάρχει στο μυαλό μας για το πώς δηλώνεται μία σημασία λέξης σε ορισμένη γλώσσα. Δοθέντος δε ότι αυτή η σχέση είναι συμβατική («θέσει», τεθειμένη δηλαδή κατά τον Αριστοτέλη), δεν θα την βρούμε σε άλλες γλώσσες, εκτός αν πρόκειται για γλώσσες που συνδέονται γενετικά (ανήκουν στην ίδια γλωσσική οικογένεια). Σημαινόμενο και σημαίνον αποτελούν την εσωτερικὴ πλευρὰ του γλωσσικού σημείου (της λέξης) και στοιχούν εξωτερικά το μεν σημαινόμενο σε κάποιο αντικείμενο στο οποίο αναφέρεται (το «αντικείμενο αναφοράς»), το δε σημαίνον σε μια διαδοχή φθόγγων που το δηλώνουν ηχητικά ή σε μια ορισμένη παράσταση γραμμάτων, συχνά ιστορικά προσδιορισμένη («ιστορική ορθογραφία»), που το δηλώνουν στον γραπτό λόγο.


Αυτός ο γλωσσικός δυϊσμός θα λέγαμε ότι είναι εγγενής στην ανθρώπινη γλώσσα. Σε επίπεδο λέξης συνίσταται στην αντίθεση της πληροφορίας που δίνει μία λέξη και στον συμβατικό τρόπο δήλωσης αυτής της πληροφορίας· π.χ. η σημασία «ειρήνη», που δηλώνει συγκεκριμένη πληροφορία (αποφυγή πολεμικής σύγκρουσης, ηρεμία κ.τ.ο.), δηλώνεται συμβατικά στην Ελληνική με τη διαδοχή των φθόγγων ή ακριβέστερα των φωνημάτων /i.r.ί.n.i./, τα οποία στην ελληνική γραφή παριστάνονται με τα γράμματα <εἰ.ρ.ή.ν.η.>. Αλλά και όλη η επικοινωνία είναι δυϊστική· έχει σημαινόμενο και σημαίνον· έχει το επίπεδο του μηνύματος ή του περιεχομένου ή της πληροφορίας και το επίπεδο της μορφής, της δήλωσης ή αλλιώς, της έκφρασης του περιεχομένου. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε το τι και το πώς. Το ίδιο συμβαίνει και στο επίπεδο του κειμένου. Κι εδώ έχουμε περιεχόμενο και μορφή, σημαινόμενο και σημαίνον. Προκειμένου μάλιστα για το κείμενο, το σημαινόμενο απαρτίζεται από ένα σύνθετο σύνολο πληροφοριών με πολλές λειτουργίες που οδηγούν και σε ανάλογη σύνθετη μορφή του σημαίνοντος του κειμένου. Τέλος, επειδή η σχέση περιεχομένου και μορφής δεν είναι ποτὲ σχέση 1:1, υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα επιλογών που είναι και η πιο δημιουργική διαδικασία της γλώσσας.


Τελικά, οι όροι των Στωικών σημαινόμενον και σημαίνον, ἀφού δηλώθηκαν από τον ιερὸ Αυγουστίνο λατινιστή ως signatum και signans, καθιερώθηκαν Γαλλικά από τον Saussure ως signifie και signifiant μέσα από την απήχηση που είχαν στον γαλλικό δομισμό (Barthes, Levi-Strauss, Foucault, Lacan, Derrida κ.α.).

(Από το βιβλίο τού Γ. Μπαμπινιώτη «Διαλογισμοὶ γιὰ τὴ γλῶσσα καὶ τὴ γλῶσσα μας»,σελ. 40 κ.εξ.)

Άγγελος Τερζόπουλος

 

Οι όροι σημαινόμενο και το σημαίνον σχετίζονται με τη σημειωτική, δηδαδή η μελέτη των σημείων και των συμβόλων, η χρήση και η ερμηνεία τους. Σήμερα το σημαίνον είναι η υλική μορφή του σημείου,κάτι που μπορείς να αγγίξεις,να δεις,να ακούσεις,να γευτείς ή να μυρίσεις.

Μαρία - Ζωή Αργυρού

 

Πρόκειται για μια αυθαίρετη αλλά ιδιαίτερα συμβατική σχέση μεταξύ δύο όρων που αφορούν τη μελέτη ενός σημείου ή αντικειμένου και την ερμηνεία τους. Από τη μία ο όρος σημαίνον εκφράζει την υλική μορφή που περιλαμβάνει τη χρήση όλων των αισθήσεων, δηλαδή κάτι το οποίο κάποιος μπορεί να δει, να ακούσει, να αγγίξει ακόμα και να γευτεί και από την αλλή ο όρος σημαινόμενον εκφράζει την πνευματική έννοια, με λίγα λόγια αυτό που μας έρχεται στο μυαλό με την αναφορά αυτού του κάτι. Για παράδειγμα, σημαίνον είναι το όνομα ενός ανθρώπου και σημαινόμενον ένας συγκεκριμένος άνθρωπος με αυτό το όνομα.

Ελένη Γουγούλη - Δημητριάδου

 

Σημαίνον είναι μια λέξη μιας γλώσσας, ένα σημείο που σημαίνει κάτι ενώ το σημαινόμενο είναι μια έννοια ή ένα αντικείμενο, το αντικείμενο που υπάρχει μπροστά μας.

Η λέξη σκύλος για παράδειγμα είναι το σημαίνον, ενώ η έννοια του σκύλου ή ένας συγκεκριμένος σκύλος που έχω μπροστά μου είναι το σημαινόμενο. Ο σκύλος είναι ένα σημαίνον που ενεργοποιεί στην αντίληψή μας τη γενική έννοια του σκύλου, μέσω της οποίας καταλαβαίνουμε ότι αυτός που μιλά αναφέρεται στο συγκεκριμένο ζώο δίπλα μας που έχει τα χαρακτηριστικά του σκύλου. 

Ανάμεσα στην έννοια και το αντικείμενο έχει υπεροχή η έννοια η οποία μπορεί να είναι είτε μια ιδέα είτε μια σκέψη και αυτό είναι που σημαίνεται από τη λέξη.  Οπότε το συγκεκριμένο αντικείμενο γίνεται έμμεσα αντιληπτό, αφού έχουμε καταλάβει αρχικά τη γενικότερη έννοια στην οποία ανήκει.

Συμέλα Ηλιάδου

 

signifiant (=σημαίνον) και signifié (=σημαινόμενο)

Mια λέξη μιας γλώσσας είναι ένα σημείο που σημαίνει κάτι, είναι ένα σημαίνον (signifier/ significans) και αυτό το κάτι είναι το σημαινόμενο (signified/ significatum). Η λέξη ‘γάτα’ για παράδειγμα είναι το σημαίνον, ενώ η έννοια της γάτας ή μια συγκεκριμένη γάτα που έχω μπροστά μου είναι το σημαινόμενο. Δηλαδή το σημαίνον είναι μια λέξη ή γενικότερα μια λεκτική περιγραφή, ενώ το σημαινόμενο είναι μια έννοια ή ένα αντικείμενο. Το αντικείμενο υπάρχει μπροστά μας, ακόμη και να μη του έχουμε δώσει κάποιο όνομα, δηλαδή μια πέτρα, μια γάτα, ένα τραπέζι υπάρχουν για το μωρό ακόμη και πριν μάθει πώς να τα αποκαλεί στο πλαίσιο της μητρικής του γλώσσας. Κάθε λέξη, αποτελεί μια αυθαίρετη αντιστοίχηση σε μια έννοια ή ένα αντικείμενο, αλλά από τη στιγμή που τίθεται είναι τέτοια η δυναμική της αλληλεπίδραση με τις άλλες λέξεις (μέσα από διαδικασίες κατηγόρησης, προσταγής, ευχής, ειρωνείας, μεταφοράς) που αλλάζει το νοητικό σύμπαν του ανθρώπου και δημιουργεί τον πολιτισμό που βλέπουμε. Άλλωστε κάποιες λέξεις, στο πλαίσιο της ποίησης και της λογοτεχνίας δεν είναι απλά και μόνο σημαίνοντα αλλά μπορούν να γίνουν και σημαινόμενα στα οποία να αναφέρονται μεταφορικά άλλες λεκτικές εκφράσεις. Για την αλληλεξάρτηση σημαίνοντος και σημαινομένου λέει ο Saussure: το σημαίνον χωρίς σημαινόμενο είναι θόρυβος και το σημαινόμενο χωρίς σημαίνον είναι αδύνατο.

Απόστολος Βλάχος

 

Το σημαίνον ερμηνεύεται κοινώς ως η υλική (ή φυσική) μορφή του σημείου – είναι κάτι που μπορούμε να δούμε, να ακούσουμε, να αγγίξουμε, να μυρίσουμε ή να γευτούμε. Το σημαινόμενο, από την άλλη πλευρά, είναι μια νοητική κατασκευή – δεν είναι υλικό αντικείμενο. Η σχέση μεταξύ σημαίνοντος και σημαινομένου αναφέρεται συνήθως ως σημασιοδότηση και αναπαρίσταται στο διάγραμμα του Saussure με ένα διπλό βέλος. Ο Saussure τόνισε ότι το σημαίνον και το σημαινόμενο ήταν αδιαχώριστα όπως οι δύο όψεις του χαρτιού. Δεν υπάρχει σημείο - η σημασία – χωρίς και ένα σημαίνον και ένα σημαινόμενο.

Δανάη Παπουτσή

 

Οι όροι σημαίνον και σημαινόμενο εντάσσονται πιο συχνά στην επιστήμη της σημειωτικής, δηλαδή την "μελέτη σημείων και συμβόλων και η χρήση ή η ερμηνεία τους". Σύμφωνα με τον Σωσσύρ εκτός από έναν ήχο ή μία εικόνα, σημείο μπορεί να θεωρηθεί και μια ιδέα, μια έννοια ή μια αντίληψη. Έτσι προκύπτει και ο διαχωρισμός του σημαίνον (εικόνα ήχος) με το σημαινόμενο (ιδέες,έννοιες,αντιλήψεις), καθώς το σημαίνον αναφέρεται κυρίως σε μία υλική μορφή ενώ το σημαινόμενο σε μία πνευματική έννοια.  

bottom of page