top of page

Ευνουχισμός

Πετρούλα Κοντάκου

 

  1. η ενέργεια με την οποία κάποιος γίνεται ευνούχος, η αφαίρεση των ανδρικών γεννητικών οργάνων (όρχεων)

  2. (μεταφορικά) η αφαίρεση της ορμής, της ζωτικής δύναμης

 

O ευνουχισμός ήταν πρακτική που σε παλαιότερες κοινωνίες αποσκοπούσε στη δημιουργία πιστών και ακίνδυνων για τις γυναίκες σκλάβων (ευνούχος<εὐνή [κρεβάτι] και ὄχος [<ἔχω = προσέχω], αυτός που προσέχει το κρεβάτι) και αφοσιωμένων κρατικών υπαλλήλων. Σε άλλες περιπτώσεις αποσκοπούσε στην ταπείνωση κάποιου ή στη διασφάλιση ότι δεν θα αποκτήσει απογόνους, προκειμένου να μην υπάρξει, για παράδειγμα, διεκδικητής σε ένα θρόνο. Η πρακτική του ευνουχισμού χρησιμοποιήθηκε επίσης στις αρχές του 20ου αιώνα στη δυτική Ευρώπη, προκειμένου να δημιουργηθούν οι καστράτοι, τραγουδιστές με ψιλή φωνή, αλλά και στα πλαίσια προγραμμάτων ευγονικής ή φυλετικής καθαρότητας κυρίως στη ναζιστική Γερμανία.

bottom of page